ἐγγεγραμμένη

ἐγγεγραμμένη
ἐγγράφω
make incisions into
perf part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • κύκλος — Κάθε καμπύλη του επιπέδου που αποτελεί τον γεωμετρικό τόπο των σημείων του που ισαπέχουν από ένα ορισμένο σημείο. Αν Ε είναι ένα επίπεδο, Ο ένα σημείο του και ρ θετικός αριθμός, τότε υπάρχει ένας και μόνο ένας κ. του επιπέδου Ε με την ιδιότητα… …   Dictionary of Greek

  • Ρόδος — Νησί της Δωδεκανήσου, το μεγαλύτερο του συμπλέγματος και το τέταρτο της Ελλάδας μετά την Κρήτη, την Εύβοια και τη Λέσβο) με έκταση 1.398 τ. χλμ. Μαζί με τα νησιά Τήλο, Σύμη, Χάλκη και Μεγίστη (Καστελόριζο) αποτελεί την πρώην επαρχία Ρόδου. Ρόδος… …   Dictionary of Greek

  • ζώνη — Λωρίδα από ύφασμα, δέρμα, μέταλλο ή άλλο εύκαμπτο υλικό, που χρησιμεύει για να συγκρατεί στη μέση τα ενδύματα. Οι ζ., οι οποίες χρονολογούνται από την εποχή του χαλκού, ήταν ασφαλώς ένα από τα πρώτα στοιχεία ενδυμασίας που επινόησαν οι άνθρωποι.… …   Dictionary of Greek

  • κρήτη — I Νησί (8.331 τ. χλμ., 601.131 κάτ.) της νοτιοανατολικής Μεσογείου, σε απόσταση περίπου 100 χλμ. ΝΑ της Πελοποννήσου. Πρόκειται για το μεγαλύτερο σε έκταση νησί της Ελλάδας (δεύτερο είναι η Εύβοια με έκταση 3.658 τ. χλμ.), το πέμπτο της Μεσογείου …   Dictionary of Greek

  • Αγίου Ιωάννη, μονή — Ονομασία πέντε μοναστηριών. 1. Γυναικείο μοναστήρι στις δυτικές πλαγιές του Υμηττού, στον οικισμό Καρέα. Εξαρτάται από τη μητρόπολη Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού. O χρόνος ίδρυσής του δεν είναι γνωστός. Η χρονολογία 1575, σε επιγραφή, ανάγεται …   Dictionary of Greek

  • Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, μονή — Ανδρικό μοναστήρι του νομού Λακωνίας, ΒΑ της Σπάρτης, το οποίο εξαρτάται από τη μητρόπολη Μονεμβασίας και Σπάρτης. Πρωτοχτίστηκε τον 14ο αι., αλλά ξαναχτίστηκε, σε κοντινή προς το αρχικό θέση, στις αρχές του 17ου αι. Το καθολικό του αγιογραφήθηκε …   Dictionary of Greek

  • Βουλκάνου, μονή — Ανδρικό μοναστήρι του νομού Μεσσηνίας, στους πρόποδες της Ιθώμης, αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου, το οποίο εξαρτάται από τη μητρόπολη Μεσσηνίας, Μεθώνης, Κορώνης και Ανδρούσης. Η ίδρυσή του ανάγεται στο 725 και αρχικά χτίστηκε στην κορυφή… …   Dictionary of Greek

  • Δημιόβης, μονή — Γυναικείο μοναστήρι του νομού Μεσσηνίας, που βρίσκεται Α της Καλαμάτας. Εξαρτάται από τη μητρόπολη Μεσσηνίας. Η ίδρυσή του ανάγεται στα μέσα του 9ου αι., αλλά το σημερινό μοναστήρι είναι κτίσμα των πρώτων δεκαετιών του 17ου αι. Η ονομασία του… …   Dictionary of Greek

  • Περιβλέπτου, μονή — Γυναικείο ησυχαστήριο του νομού Εύβοιας, βορειοδυτικά της Χαλκίδας, το οποίο εξαρτάται από τη Μητρόπολη Χαλκίδας. Από το παλαιό βυζαντινό μοναστήρι έχει απομείνει σήμερα το καθολικό και τμήμα του περιβόλου. Το καθολικό, εκκλησία σταυροειδής… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”